Ομιλία κατά την επετειακή αναφορά της Ολομέλειας της Βουλής στη Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών
- Η εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών είναι ένα βαθιά κοινωνικό ζήτημα, που μας αφορά όλους. Το χρωστάμε στις μανάδες μας, στις συζύγους μας, στις αδερφές μας, στις κόρες μας.
- Πολλά στερεότυπα καταρρίφθηκαν τα τελευταία χρόνια, όμως ακόμη απέχουμε πάρα πολύ από το να υποστηρίξουμε εμπράκτως την έμφυλη ισότητα.
- Πρόκειται για ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με διατάγματα και ορισμένες καμπάνιες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης.
- Η θεραπεία της βίας είναι η Παιδεία. Πρέπει να δώσουμε μεγάλη έμφαση στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, ώστε να διαμορφώσει τις συνθήκες μιας κοινωνίας αλληλοσεβασμού και στη σωστή στελέχωση με ειδικούς στα σχολεία, εκεί που πολλές φορές δημιουργούνται ζητήματα.
Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2023
«Η εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών είναι ένα βαθιά κοινωνικό ζήτημα, που μας αφορά όλους. Το χρωστάμε στις μανάδες μας, στις συζύγους μας, στις αδερφές μας, στις κόρες μας». Αυτό τόνισε στην ομιλία του ο Παύλος Χρηστίδης κατά την επετειακή αναφορά της Ολομέλειας της Βουλής στη Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών.
Ανέφερε ότι η ελληνική κοινωνία μας μπορεί να έχει προοδεύσει τα τελευταία χρόνια και πολλά στερεότυπα να έχουν καταρριφθεί, συμπλήρωσε όμως: «ακόμη και σήμερα απέχουμε πάρα πολύ από το να υποστηρίξουμε εμπράκτως την ισότητα και την καταπολέμηση την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών».
«Κάθε μορφή βίας που βιώνουν οι γυναίκες αυξάνεται γεωμετρικά στη χώρα μας. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με διατάγματα, κάποιες καμπάνιες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης», πρόσθεσε και συμπλήρωσε ότι η θεραπεία είναι η Παιδεία.
«Πρέπει να δώσουμε μεγάλη έμφαση στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, ώστε να διαμορφώσει τις συνθήκες μιας κοινωνίας αλληλοσεβασμού και στη σωστή στελέχωση με ειδικούς στα σχολεία, εκεί που πολλές φορές δημιουργούνται ζητήματα», επεσήμανε.
Ολόκληρη η ομιλία
Κύριε πρόεδρε,
Τουλάχιστον δύο γυναίκες δολοφονούνται καθημερινά σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τους συντρόφους και μέλη της οικογένειάς τους.
Δύο γυναίκες καθημερινά.
Είναι ένα νούμερο το οποίο βασίζεται σε έρευνες και μελέτες, οι οποίες όμως δεν λαμβάνουν υπόψη τους το αόρατο ενός εγκλήματος που βασανίζει όχι μόνο τις ευρωπαϊκές αλλά όλες τις κοινωνίες του πλανήτη μας.
Σήμερα βρισκόμαστε εδώ όχι για να μετρήσουμε ποσοστά με βάση έρευνες που έχουν γίνει, αλλά να δούμε τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε στην πραγματικότητα να αντιμετωπίσουμε ένα ζήτημα το οποίο είναι βαθιά κοινωνικό και απασχολεί τον καθένα και την καθεμία από εμάς.
Οι μελέτες, ωστόσο, είναι συντριπτικές. Το 52% των γυναικών και των κοριτσιών έχουν βιώσει διαδικτυακή κακοποίηση. Το 87% των κοριτσιών πιστεύει ότι το πρόβλημα επιδεινώνει το 64% του συνόλου των κοινωνιών μας. Γνωρίζει κάποιον που έχει βιώσει παρενόχληση, κακοποίηση ή βία και είναι δεδομένο ότι τα τελευταία χρόνια όλες οι κυβερνήσεις καταθέτουν στη δημόσια σφαίρα, ανεξαρτήτως της ιδεολογικής τους αφετηρίας, την ευκαιρία να διαφημίσουν πρωτοβουλίες και τυχόν νομοθετικές παρεμβάσεις απέναντι στη βία των γυναικών.
Το Σάββατο που μας πέρασε ήταν η 24η Διεθνής Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών.
Το Σάββατο που μας πέρασε, όπως και κάθε μέρα αυτά τα 24 τουλάχιστον χρόνια. Ήταν ακόμα μια μέρα κακοποίησης, μια ακόμα μέρα βίας σε βάρος των γυναικών. Μία ακόμα ημέρα που έμελλε να είναι η τελευταία για κάποιες γυναίκες. Μία ακόμα ημέρα εξευτελισμού στη δουλειά, μια ακόμα ημέρα βίας από κάποιους που αισθάνονται ισχυροί και μπορούν να επιβάλλουν τις επιθυμίες ή και τις ορέξεις τους δια της βίας σε βάρος εργαζόμενων γυναικών, σε βάρος συζύγων και μητέρων, σε βάρος γυναικών που απλώς περπατούσαν στον δρόμο.
Η πλέον προσφιλής τακτική σε αυτές τις τοποθετήσεις και γι’ αυτά τα τραγικά ζητήματα είναι οι αναφορές σε έναν κόσμο ο οποίος δεν είναι μπροστά μας. Πολλές φορές αυτός ο κόσμος σχετίζεται με το ακραίο Ισλάμ. Αυτό όμως δεν κάνει τις δικές μας κοινωνίες να βρίσκονται σε καλύτερη θέση. Δεν κάνει και την Ελλάδα να βρίσκεται σε καλύτερη θέση. Τα περισσότερα θύματα βίας, βιασμού, σεξουαλικής παρενόχλησης, άδικης οικονομικής μεταχείρισης, άνισης επαγγελματικής εξέλιξης, τα περισσότερα θύματα trafficking εξακολουθούν να είναι γυναίκες και στη χώρα μας και στον υπόλοιπο κόσμο. Και είναι δεδομένο ότι οι πραγματικοί αριθμοί των γυναικών θυμάτων οποιασδήποτε μορφής βίας είναι άγνωστα, καθώς και η κοινωνία και η σχετική νομοθεσία είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο που να δικαιολογούν σε πολύ μεγάλο βαθμό τη βία, να την αναπαράγουν και να αντικαταστήσουν αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας.
Πράγματι, τα τελευταία χρόνια, θα έλεγα, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει βήματα υποστήριξης των γυναικών θυμάτων βίας, χωρίς όμως πρακτικά να αντιμετωπίζεται το φαινόμενο. Η κοινωνία μας μπορεί να προόδευσε τα τελευταία χρόνια και πολλά στερεότυπα να καταρρίφθηκαν, όμως η πραγματικότητα είναι ότι και σήμερα απέχουμε πάρα πολύ από το να υποστηρίξουμε εμπράκτως την ισότητα και την καταπολέμηση την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών.
Οι γυναίκες εξακολουθούν να ερωτώνται αν σκοπεύουν να κάνουν παιδιά στο άμεσο μέλλον. Όταν πάνε να προσληφθούν σε μία δουλειά. Εξακολουθούν πολλές να ερωτώνται για το κατά πόσο θα κάνουν οικογένεια ή θα αφοσιωθούν στην επαγγελματική τους καριέρα. Εξακολουθούν να είναι θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης ή και απόλυσης στην περίπτωση που καταγγείλουν τέτοιες συμπεριφορές ή δεν ενδώσουν στις ορέξεις και τις επιθυμίες του εκάστοτε εργοδότη, εξακολουθούν να διασύρονται πολλαπλώς. Εάν καταγγείλουν το βιασμό και να βιάζονται πολλαπλώς στη δημόσια σφαίρα, ειδικά εάν ο θύτης έχει ισχυρή οικονομική, πολιτική ή νομική άποψη.
Πρέπει να αναλογιστούμε όλοι πάρα πολύ καλά τι συνέβη όταν πριν από ένα δύο χρόνια στη δημόσια σφαίρα εκπρόσωπος —γιατί έτσι βγήκε στην τηλεόραση ως εκπρόσωπος των αστυνομικών— βγήκε να υποστηρίξει ότι ένας δολοφόνος θα έπρεπε να είχε ακολουθήσει μια πιο έξυπνη τακτική και να ομολογήσει τη δολοφονία της συζύγου του, επικαλούμενος βρασμώ ψυχής, ώστε να αντιμετωπιστεί με επιείκεια από τη Δικαιοσύνη. Συνεχίζει να βγαίνει στην τηλεόραση.
Η κοινωνία μας, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συνεχίζουν καθημερινά να βιώνουν τον πολλαπλασιασμό της βίας σε κάθε επίπεδο της κοινωνικής πραγματικότητας. Κάθε μορφή βίας που βιώνουν οι γυναίκες αυξάνεται γεωμετρικά στη χώρα μας. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με διατάγματα, κάποιες καμπάνιες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης.
Προφανώς και χρειάζονται νόμοι αυστηροί. Προφανώς και χρειάζονται εκστρατείες ευαισθητοποίησης, πίεσης και ενημέρωσης. Προφανώς χρειάζονται στρατηγικές τις οποίες ενημερώνεται η κοινωνία μας.
Σε αυτό όμως το σημείο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, οφείλω να καταθέσω στα πρακτικά της Βουλής την επιστολή των γονέων των αδικοχαμένων δολοφονημένων γυναικών, της Ελένης, της Ερατούς, της Ντόρας, της Γαρυφαλιά, της Σοφίας και πολλών ακόμα. Με την επιστολή την οποία έστειλαν προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης για όλα αυτά τα οποία πιστεύουν ότι είναι αναγκαίες αλλαγές ώστε να μην ξανασυμβεί αυτό το οποίο συνέβη στις δικές τους περιπτώσεις, αλλά και αγαπητοί συνάδελφοι της κυβέρνησης, να υποστηριχθούν όχι μόνο τα θύματα της κακοποίησης, αλλά και οι οικογένειες των δολοφονημένων γυναικών, οι οποίες σήμερα είναι εκεί και παλεύουν να μεγαλώσουν εγγόνια, παλεύουν να μεγαλώσουν ανίψια, παλεύουν να μεγαλώσουν με εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες παιδιά τα οποία έχουν μείνει πίσω.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αν κάτι μας κινητοποιεί, όσους κάνουμε πολιτική και κάναμε την επιλογή να ασχοληθούμε με τα κοινά με τη Βουλή, είναι το να βλέπουμε την κοινωνία μας να εξελίσσεται, να προοδεύει, να προστατεύει και να δίνει ευκαιρίες.
Αν κάτι μας κινητοποιεί είναι να δούμε έναν κόσμο να εξελίσσεται πιο δίκαιο, πιο ουσιαστικά προστατευμένο.
Αν κάτι μας κινητοποιεί είναι το να ξυπνάμε κάθε πρωί και να μη ζούμε τον εφιάλτη. Ότι επειδή κάποιος ή κάποια έχει διαφορετικό φύλο από αυτό το οποίο έχουμε εμείς, μπορεί να αποτελεί ένα πιθανό θύμα. Ως πατέρας δύο μικρών κοριτσιών, αυτός είναι ένας εφιάλτης ο οποίος στριφογυρνάει κάθε μέρα στο κεφάλι μου και ως βουλευτής είμαι εδώ γιατί πιστεύω ότι η θεραπεία όλων αυτών των πραγμάτων είναι η Παιδεία, η ακόμα περισσότερη Παιδεία.
Και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο πρέπει να δώσουμε πολύ μεγάλη έμφαση στο εκπαιδευτικό μας σύστημα με ψυχολόγους, οι οποίοι θα βρίσκονται στα σχολεία με αντιμετώπιση των ζητημάτων εκεί που στην πραγματικότητα πολλές φορές δημιουργούνται και προφανώς διαμορφώνοντας συνθήκες μιας κοινωνίας η οποία δείχνει σεβασμό στον καθένα και στην καθεμιά μας.
Αυτό είναι κάτι το οποίο το χρωστάμε στις μανάδες μας, το χρωστάμε στις αδερφές μας, το χρωστάμε στις κόρες μας.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
