Ο κ. Μητσοτάκης ξαναφόρεσε τον μανδύα της αλαζονείας. Όμως το 41% δεν είναι συγχωροχάρτι. Όποίος νιώθει άτρωτος με το 41%, ας δει τι συνέβη σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Θεσσαλία.
Ήσασταν πάντα στη λάθος πλευρά της Ιστορίας όποτε συζητούσαμε για τη Δημόσια Διοίκηση.
Το νομοσχέδιο στερείται κινήτρων για τους νέους.
«Ο κ. Μητσοτάκης ξαναφόρεσε τον μανδύα της αλαζονείας. Η μόνη, πλέον, απάντηση που ακούμε από το στόμα του Πρωθυπουργού και των μελών της Κυβέρνησης σε κάθε προσπάθεια άρθρωσης αντιπολιτευτικού λόγου για όσα πρωτόγνωρα βιώνει η ελληνική κοινωνία είναι: 41%. Όμως το 41% δεν είναι συγχωροχάρτι. Όποιος νιώθει άτρωτος με το 41%, ας δει τι συνέβη σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Θεσσαλία». Αυτό τόνισε ο Παύλος Χρηστίδης μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εσωτερικών για τον νέο τρόπο επιλογής διοικήσεων στο Δημόσιο.
Ο κ. Χρηστίδης σημείωσε ότι η ΝΔ ήταν «πάντα στη λάθος πλευρά της Ιστορίας» όποτε ετίθετο σε συζήτηση η Δημόσια Διοίκηση: «Όποτε φέρναμε μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμα ζητήματα της αυτοδιοίκησης, της Δημόσιας Διοίκησης, του Κράτους και του τρόπου με τον οποίο βλέπαμε τη διαφάνεια και την αξιοκρατία ήσασταν απέναντι. Και ο τρόπος με τον οποίο σήμερα πορεύεστε είναι ένας τρόπος όποιος έρχεται να χειραγωγήσει αυτή την ανεξαρτησία στη Δημόσια Διοίκηση. Και είναι προφανές ότι ο τρόπος με τον οποίο σήμερα πορεύεστε είναι ένας τρόπος ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με αυτά τα οποία έχει ανάγκη η σημερινή εποχή».
Τέλος, ο Παύλος Χρηστίδης επεσήμανε ότι το νομοσχέδιο στερείται κινήτρων για τους νέους: «κάθε άλλο παρά βοηθά νέους ανθρώπους, οι οποίοι έφυγαν, ειδικά τα τελευταία δέκα χρόνια, να επιστρέψουν στην πατρίδα μας. Κάθε άλλο παρά θεσπίζει όρους και κανόνες για να γυρίσουν αυτοί οι άνθρωποι εδώ και να διαμορφώσουν συνθήκες, οι οποίες αλλάζουν την εικόνα της πατρίδας μας στο εσωτερικό, ανοίγουν πόρτες για τους νέους ανθρώπους στη δημόσια διοίκηση και αλλάζουν και τη σχέση του κράτους και της δημόσιας διοίκησης με τους πολίτες».
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Παύλου Χρηστίδη
Κύριε Πρόεδρε,
Κύριε Υπουργέ,
Κυρίες και Κύριοι συνάδελφοι,
Η οίηση –η αλαζονεία– είναι εμπόδιο της προκοπής.
Και δυστυχώς βλέπουμε καθημερινά την Κυβέρνηση της ΝΔ να επαληθεύει την αρχαία αυτή ρήση.
Η μόνη πλέον απάντηση που ακούμε από το στόμα του πρωθυπουργού και των μελών της κυβέρνησης σε κάθε προσπάθεια
άρθρωσης αντιπολιτευτικού λόγου για όσα πρωτόγνωρα βιώνει η ελληνική κοινωνία είναι: 41%
Ναι. Πήρατε 41%.
Όμως αυτό θα έπρεπε να το επικαλείστε με το σεβασμό που του αρμόζει, κάνοντας αυστηρή αυτοκριτική, όπου αποτύχατε να προστατεύσετε και να εγγυηθείτε:
– την ασφάλεια και προστασία των πολιτών,
– την αρχή του κράτους δίκαιου και πρόνοιας,
– τα θεμελιώδη δικαιώματα.
Το 41% δε μπορεί να αποτελέσει το συγχωροχάρτι σας, ούτε για όσα τραγικά συμβαίνουν στη Θεσσαλία, ούτε για το δάσος της Δαδιάς.
Η χώρα βρίσκεται σε δίνη, με την ποιότητα της ζωής των πολιτών κάθε μέρα χειροτερεύει και την ακρίβεια να καλπάζει ανεξέλεγκτη.
Χθες, ο πρωθυπουργός, από το βήμα αυτό, αποφεύγοντας να απαντήσει στα ζητήματα που τέθηκαν, αρκέστηκε στο να μας
παραινέσει να διαβάζουμε τάχα περισσότερο.
Εμείς, λοιπόν, κύριοι σας καλούμε να προκόψετε ως κυβέρνηση, και να αφήσετε κατά μέρους την αλαζονεία, τις μεγαλοστομίες και τα επικοινωνιακά τερτίπια, ειδικά εντός του Κοινοβουλίου, όπου χτυπά η καρδιά της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ας έρθω τώρα στο σημερινό νομοσχέδιο.
Στη Δημοκρατία, ξέρετε, η κυβερνητική αστοχία στη διαμόρφωση κατάλληλων πολιτικών είναι πιο εύκολα συγχωρητή από την
υποκρισία κατά τη διαμόρφωσή τους. Στην περίπτωση, βέβαια, του σημερινού νομοσχεδίου συνυπάρχουν δυστυχώς και τα δύο.
Και μου προκαλεί ειλικρινά απορία.
Πώς είναι δυνατόν να διατυμπανίζετε ότι στόχος του νομοσχεδίου αυτού είναι η δημιουργία τάχα ενός νέου, ευέλικτου και στοχευμένου συστήματος επιλογής και αξιολόγησης των Διοικήσεων των Φορέων του Δημοσίου Τομέα με περισσότερη
διαφάνεια και αξιοκρατία;
Πώς είναι δυνατόν ο ίδιος ο Πρωθυπουργός χθες να λέει ότι το νομοσχέδιο αυτό τάχα «εξυπηρετεί το σκοπό της αποκομματικοποίησης του κράτους»;
Γιατί δε λέτε την αλήθεια;
1. Πείτε ότι το νομοσχέδιο αυτό δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια προσπάθεια επιβολής ενός ακόμα συστήματος κομματικού management στις Διοικήσεις των Φορέων του Δημοσίου Τομέα.
2. Πείτε ότι ερείδεται στα πρότυπα του αποτυχημένου μοντέλου του Επιτελικού Κράτους με μοναδικό σκοπό
την εξυπηρέτηση του.
3. Πείτε ότι ο στόχος σας είναι η θεσμοθέτηση μιας διαδικασίας που θα οδηγεί εν τέλει σε πλήρη κομματικό έλεγχο της τελικής επιλογής των «εκλεκτών σας αρίστων» σε θέσεις-κλειδιά της Διοίκησης.
4. Πείτε ότι προκειμένου να κρύψετε τις αληθείς προθέσεις σας, προτάσσετε ψευδεπίγραφα τις αρχές της διαφάνειας, της αξιοκρατίας και της αποκομματοποίησης του κράτους.
Αυτή είναι η αλήθεια, Κύριοι της Κυβέρνησης.
Όπως επίσης, ιστορική αλήθεια είναι ότι τις αρχές αυτές που σήμερα επικαλείσθε, τις έθεσε ως προτεραιότητα και τις
υπηρέτησε επάξια το ΠΑΣΟΚ με τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις του.
Γιατί το ΠΑΣΟΚ ήταν αυτό που ίδρυσε το ΑΣΕΠ με το «νόμο Πεπονή» και φρόντισε ώστε αυτό να γίνει αποδεκτό στην ελληνική
κοινωνία ως αξιόπιστος ελεγκτικός μηχανισμός.
Και έχει σημασία να αναλογιστούμε ποιος στάθηκε και πότε στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Το σχέδιο νόμου είναι απαράδεκτο και εγκληματικό. Μεταφέρει το δημόσιο βίο της χώρας ως προς τη δημόσια διοίκηση. Πίσω στην εποχή της πλατείας Κλαυθμώνος. Χωρίζει τους πολίτες σε δύο κατηγορίες τους ημέτερους και τους άλλους. Τους άλλους να τους βλέπει η κυβέρνηση περίπου ως αλλοεθνείς και κατ επέκταση να διχάζει τον λαό. Σας θυμίζει κάτι αυτό; Θυμίζει κάτι στους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας;»
Ό,τι διάβασα πριν από λίγο ήταν η εισήγηση του ειδικού αγορητή της Νέας Δημοκρατίας, Βύρωνα Πολύδωρα, όταν ο Αναστάσιος Πεπονής έφερε το νομοσχέδιο για το ΑΣΕΠ. Αυτή είναι η πλευρά της ιστορίας στην οποία σταθήκατε.
Όποτε φέρναμε μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμα ζητήματα της αυτοδιοίκησης, της Δημόσιας Διοίκησης, του Κράτους και του τρόπου με τον οποίο βλέπαμε τη διαφάνεια και την αξιοκρατία ήσασταν απέναντι. Και ο τρόπος με τον οποίο σήμερα πορεύεστε είναι ένας τρόπος όποιος έρχεται να χειραγωγήσει αυτή την ανεξαρτησία στη Δημόσια Διοίκηση. Και είναι προφανές ότι ο τρόπος με τον οποίο σήμερα πορεύεστε είναι ένας τρόπος ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με αυτά τα οποία έχει ανάγκη η σημερινή εποχή.
Και εσείς, σήμερα, επιδιώκετε στην πραγματικότητα με το νομοσχέδιο αυτό:
– να αλώσετε το σκοπό σύστασής του ΑΣΕΠ και των διαδικασιών του και
– να μας γυρίσετε 30 χρόνια πίσω σε κομματικά συναλλακτικές νοοτροπίες και πρακτικές σε ό,τι αφορά την τελική επιλογή των προσώπων.
Δε μπορούμε να επιτρέψουμε αυτό το πισωγύρισμα.
Δε μπορούμε αξιακά να συναινέσουμε σε τέτοιου τύπου παρεμβάσεις που θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στην παροχή των υπηρεσιών και τη ποιότητας ζωής των πολιτών.
Δεν μπορούμε να συναινέσουμε σε μια πολιτική που, εκτός των άλλων, αποτελεί και αντικίνητρο για την επιστροφή των
Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό την τελευταία 10ετία.
Και παρόλο που ο Πρωθυπουργός δε χάνει ευκαιρία να λέει περήφανα ότι έχει δημιουργήσει συνθήκες περιορισμού του φαινομένου της διαρροής ανθρώπινου κεφαλαίου στο εξωτερικό, τα στοιχεία τον διαψεύδουν, δείχνοντας ότι το αναμενόμενο
brain gain αργεί ακόμη.
Χαρακτηριστικά, όπως προκύπτει μέσα από τα ευρήματα της έρευνας «Τι Πιστεύουν Οι Έλληνες» που έδωσε στη δημοσιότητα
η ΔιαΝΕΟσις για το έτος 2022: «…το 57,9% των Ελλήνων (και το 77,1% των νέων ηλικίας 17-24 και το 71,9% των 25-39) δηλώνουν ότι“θα μετανάστευαν στο εξωτερικό αν έβρισκαν δουλειά με καλύτερες αποδοχές και καλύτερες συνθήκες”. Το 38,1% του γενικού πληθυσμού, μάλιστα, επιλέγει την απάντηση “σίγουρα ναι”».
Τα αποτελέσματα αυτά είναι απογοητευτικά, αλλά απολύτως λογικά αν σκεφτεί κανείς ότι το braindrain δεν είναι αποκλειστικά
σύμπτωμα της οικονομικής κρίσης, αλλά αντανακλά ευρύτερες παραγωγικές και διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.
Σύμφωνα με το Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), σε αυτές περιλαμβάνονται:
-Το στρεβλό παραγωγικό μοντέλο που δεν ευνοεί τη δημιουργία ποιοτικών, παραγωγικών και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας
υψηλής εξειδίκευσης.
– Το σχετικά χαμηλό επίπεδο των οικονομικών απολαβών που έχουν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα.
– Οι μη ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας στην Ελλάδα.
– Το χαμηλό επίπεδο υποκειμενικής και υλικής ευημερίας, όπως αυτό μετράται με τους δείκτες ποιότητας ζωής.
Πρέπει, λοιπόν, να γίνει αντιληπτό, ότι αν δεν αλλάξει η πολιτική κουλτούρα, το παραγωγικό μοντέλο της χώρας και άλλα σημαντικά θέματα που έχουν να κάνουν με τη λειτουργία των θεσμών, τη διαφάνεια και την αξιοκρατία, δεν πρόκειταινα σταματήσουν να φεύγουν οι δραστήριοι και καταρτισμένοι Έλληνες σε άλλες χώρες, αλλά και ούτε πρόκειται να επιστρέψουν αυτοί που έχουν ήδη φύγει.
Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι καμία ρύθμιση και πολιτική δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μεμονωμένα με βάση πρόσκαιρες σκοπιμότητες.
Χρειάζεται μελέτη, σχεδιασμός και αξιολόγηση.
Όλα είναι αλληλένδετα, δημιουργούν κουλτούρα και εντάσσονται σε ένα γενικότερο πλαίσιο, έχοντας συνέπειες που επηρεάζουν την καθημερινότητα και την ποιότητα της ζωής των πολιτών.
Και εν προκειμένω, χρειαζόμαστε ένα σύστημα προσλήψεων που θα καλύπτει τις τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές ανάγκες του ενεργού δυναμικού πληθυσμού και θα αποτελεί κίνητρο για την επίτευξη του πολυπόθητου brain gain με τήρηση της αξιοκρατίας και τηςδιαφάνειας, που θα οδηγήσει επιπλέον και στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη διοικητική δράση.